Διαγραφή Τελών Κυκλοφορίας: Ακύρωση ταμειακών βεβαιώσεων 15 ετών λόγω μη κοινοποίησης του χρηματικού καταλόγου κατά παράβαση του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος

Με την με αριθμό Α577/2022 απόφασή του το Διοικητικό Πρωτοδικείο Πύργου αποφάσισε την πλήρη διαγραφή τελών κυκλοφορίας Ε.Ι.Χ. από τα έτη 2002 έως 2016. Το σημαίνον στην συγκεκριμένη απόφαση είναι ότι δεν διέταξε την διαγραφή μόνο των ετών για τα οποία το δικαίωμα του δημοσίου είχε παραγραφεί αλλά  και των ετών 2015-2016 που στην προκείμενη περίπτωση δεν είχαν υποπέσει σε παραγραφή.

 

Ειδικότερα:

Οι νομικοί λόγοι στους οποίους στάθηκε ήταν δύο, αμφότεροι πολύ σημαντικοί.

Α. Για τα έτη 2002-2014 δέχτηκε την παραγραφή του δικαιώματος του δημοσίου για την βεβαίωση τελών κυκλοφορίας δεχόμενο επί της ουσίας τα όσα τα όσα είχαν ήδη κριθεί με την με αριθμό 1611/2020 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (Τμήμα Β’). Τα ανωτέρω έχουν γίνει πλέον δεκτά και από την διοίκηση με την με αριθμό 2082/2021 εγκύκλιο του διοικητή της ΑΑΔΕ.

Β. Για τα έτη 2002 – 2016 το δικαστήριο έκρινε ότι η μη κοινοποίηση του χρηματικού καταλόγου στον διοικούμενο αποτελεί παράβαση του άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος και καθιστά την ταμειακή βεβαίωση παράνομη με το ακόλουθο σκεπτικό.

 

Η πράξη σύνταξης του οικείου χρηματικού καταλόγου από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. για τη βεβαίωση των οφειλόμενων τελών κυκλοφορίας και η αποστολή αυτού στον αρμόδιο ταμία συνιστά πράξη προσδιορισμού τέλους που υπόκειται σε προσφυγή ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων για πλημμέλειες που αφορούν την ύπαρξη και την έκταση των με αυτήν επιβαλλομένων υποχρεώσεων. Συνεπώς, ενόψει και των δικονομικών ρυθμίσεων των παραπάνω διατάξεων, ερμηνευόμενων σε συνδυασμό με το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος, το οποίο κατοχυρώνει το δικαίωμα παροχής δικαστικής προστασίας, γίνεται δεκτό ότι δεν αρχίζει η προθεσμία για την άσκηση προσφυγής, ούτε επιτρέπεται η ταμειακή βεβαίωση οφειλομένων τελών κυκλοφορίας, εάν προηγουμένως δεν έχει κοινοποιηθεί εγκύρως στον υπόχρεο ο προαναφερθείς χρηματικός κατάλογος του προϊσταμένου της οικείας Δ.Ο.Υ. ή δεν έχει λάβει αυτός πλήρη γνώση αυτού.

 

Η παρούσα δημοσίευση στέκεται αφορμή να ευχαριστήσουμε ακόμα μια φορά τους εντολείς μας για την εμπιστοσύνη που δείχνουν στην Κοτσώνης – Γαϊτανάκη Δικηγορική Εταιρεία.

 

Για οποιαδήποτε περαιτέρω πληροφορία ή διευκρίνιση, παρακαλώ μη διστάσετε να επικοινωνήσετε μαζί μας.

 

ΤΟ

ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΥΡΓΟΥ

(Μεταβατική έδρα Ζακύνθου)

 

            Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του Πρωτοδικείου Ζακύνθου, στις 21 Σεπτεμβρίου 2022, με δικαστή την Αναστασία Παναγιωτοπούλου, Πρωτοδίκη Δ.Δ. και γραμματέα την Ακριβή Μικελοπούλου, δικαστική υπάλληλο,

            για να δικάσει την «προσφυγή» με ημερομηνία κατάθεσης 22-6-2021,

            του ****, κατοίκου **** Ζακύνθου, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου Σπυρίδωνος Κοτσώνη,

            κατά του Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται από τον Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων και, εν προκειμένω, από τον Προϊστάμενο της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) Πύργου, Μηνά Παναγιωτίδη, ο οποίος παραστάθηκε με τη με αριθμό ηλεκτρονικής καταχώρησης ΔλΠ:1329/28-8-2022 δήλωσή του, κατ’ άρθρο 133 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

σκέφτηκε κατά το νόμο.

 

            1. Επειδή, με το κρινόμενο δικόγραφο, το οποίο τιτλοφορείται «προσφυγή», ωστόσο, κατ’ ορθή ερμηνεία του, συνιστά προσφυγή-ανακοπή, και για την άσκηση του οποίου καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (σχ. το με αρ. 385093181951 0817 0054/2021 ηλεκτρονικό παράβολο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών), ζητείται, κατ’ εκτίμηση του περιεχομένου του δικογράφου: α) κατά το μέρος που αποτελεί προσφυγή, η ακύρωση των εγγραφών στο με αρ. ***/19.10.2020 χρηματικό κατάλογο της Δ.Ο.Υ. Ζακύνθου (γραμμές 1 έως 15) για οφειλές του προσφεύγοντος – ανακόπτοντος, προερχόμενες από τέλη κυκλοφορίας ιδιωτικής χρήσεως αυτοκινήτου και πρόστιμα, ετών 2002 έως και 2016, συνολικού ύψους ****** ευρώ και β) κατά το μέρος που αποτελεί ανακοπή, η ακύρωση των με αρ. ****/19.10.2020 (αρ. γρ. χρημ. κατ. 1 έως 15) πράξεων του Προϊσταμένου της ίδιας Δ.Ο.Υ., με τις οποίες βεβαιώθηκαν ταμειακά σε βάρος του προσφεύγοντος – ανακόπτοντος οι ως άνω οφειλές, καθώς και των με αρ. *****, *****, *****, ***** και *****/5.11.2020 ατομικών ειδοποιήσεων χρεών του Προϊσταμένου της ίδιας ως άνω Δ.Ο.Υ., με τις οποίες γνωστοποιήθηκαν σε αυτόν, οι ως άνω ταμειακές βεβαιώσεις.

            2. Επειδή, ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Α΄ 97) ορίζει στο άρθρο 217 ότι: «1. Ανακοπή χωρεί κατά κάθε πράξης που εκδίδεται στα πλαίσια της διαδικασίας της διοικητικής εκτέλεσης και, ιδίως, κατά: α) της πράξης της ταμειακής βεβαίωσης του εσόδου, β)…», στο άρθρο 224 ότι: «1. Το δικαστήριο ελέγχει την προσβαλλόμενη πράξη κατά το νόμο και την ουσία, στα όρια της ανακοπής, τα οποία προσδιορίζονται από τους λόγους και το αίτημά της. 2. … 4. Στην περίπτωση της ανακοπής κατά της ταμειακής βεβαίωσης, επιτρέπεται ο παρεμπίπτων έλεγχος, κατά το νόμο και τα πράγματα, του τίτλου βάσει του οποίου έγινε η βεβαίωση, εφόσον δεν προβλέπεται κατ’ αυτού ένδικο βοήθημα που επιτρέπει τον έλεγχό του κατά το νόμο και την ουσία ή δεν υφίσταται σχετικώς δεδικασμένο. 5. …», στο άρθρο 225 ότι: «Το δικαστήριο, αν διαπιστώσει παράβαση νόμου ή ουσιαστικές πλημμέλειες της προσβαλλόμενης πράξης, προβαίνει στην ολική ή μερική ακύρωση ή στην τροποποίησή της. Σε διαφορετική περίπτωση, προβαίνει στην απόρριψη της ανακοπής» και στο άρθρο 227, στην τρίτη παράγραφο, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 31 του ν. 3659/2008 (Α΄ 77), ότι: «Η ανακοπή κατά της πράξης ταμειακής βεβαίωσης μπορεί να σωρευθεί, κυρίως ή επικουρικώς, στο ίδιο εισαγωγικό της δίκης δικόγραφο με την κατά το άρθρο 63 παράγραφος 1 προσφυγή κατά της πράξης που συνιστά τίτλο με βάση τον οποίο έγινε η βεβαίωση. Στην περίπτωση αυτή, εφόσον η προσφυγή ασκείται εμπροθέσμως, λογίζεται πάντοτε εμπρόθεσμη και η ανακοπή. Η καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμοδιότητα προσδιορίζεται κατά τις διατάξεις που διέπουν την προσφυγή». Περαιτέρω, στο άρθρο 2 του νομοθετικού διατάγματος (ν.δ.) 356/1974 «Περί Κώδικος Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων» (Α΄ 90), όπως το α΄ εδάφιο της παρ. 1 και η παρ. 2 αυτού αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 7 παρ. 1 και 2 αντίστοιχα του ν. 4224/2013 (Α΄ 288), ορίζεται ότι: «1. Με την εξαίρεση των φόρων και των λοιπών δημοσίων εσόδων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), για τα οποία εφαρμόζονται αποκλειστικά οι διατάξεις του ως άνω Κώδικα, η είσπραξη των δημοσίων εσόδων ανήκει στην αρμοδιότητα της Φορολογικής Διοίκησης και των λοιπών οργάνων που ορίζονται με ειδικές διατάξεις για το σκοπό αυτόν ή των ειδικών ταμιών, στους οποίους έχει ανατεθεί η είσπραξη ειδικών εσόδων. … 2. Για την είσπραξη των δημοσίων εσόδων απαιτείται νόμιμος τίτλος. Με την εξαίρεση των φόρων και των λοιπών δημοσίων εσόδων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), για τα οποία εφαρμόζονται αποκλειστικά οι διατάξεις του ως άνω Κώδικα, νόμιμο τίτλο αποτελούν: α) Τα έγγραφα, στα οποία οι αρμόδιες αρχές προσδιορίζουν, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, τον οφειλέτη, το είδος, το ποσό και την αιτία της οφειλής. β) … 3. Η είσπραξη στις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου πραγματοποιείται από τη Φορολογική Διοίκηση μετά την καταχώριση των στοιχείων του νόμιμου τίτλου στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων, είτε κατόπιν αποστολής στη Φορολογική Διοίκηση χρηματικού καταλόγου από την αρχή που απέκτησε το νόμιμο τίτλο είτε με βάση μόνο το νόμιμο τίτλο, εφόσον αυτός έχει περιέλθει με οποιονδήποτε τρόπο στη Φορολογική Διοίκηση. Ο χρηματικός κατάλογος περιέχει τα προσδιοριστικά στοιχεία της οφειλής του υπόχρεου …» και στο άρθρο 4 παρ. 1, όπως τα δύο πρώτα εδάφια της παρ. 1 αυτού αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 7 παρ. 5 του ν. 4224/2013 ορίζεται ότι: «Με την εξαίρεση των φόρων και των λοιπών δημοσίων εσόδων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013) … μετά την καταχώριση του χρέους ως δημοσίου εσόδου κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 3, η Φορολογική Διοίκηση εκδίδει ατομική ειδοποίηση, την οποία, είτε αποστέλλει ταχυδρομικά στον οφειλέτη και στα συνυπόχρεα πρόσωπα είτε την κοινοποιεί σε αυτούς σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 4174/2013. …».

            3. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, για τη βεβαίωση των επίδικων τελών κυκλοφορίας δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α΄ 170), διότι τα τέλη κυκλοφορίας δεν συγκαταλέγονται μεταξύ των δημόσιων εσόδων, που απαριθμούνται στο άρθρο 2 του εν λόγω Κώδικα ή στο Παράρτημα αυτού, ούτε, άλλωστε, από οποιαδήποτε άλλη διάταξη νόμου προκύπτει ότι για τη βεβαίωση ή την είσπραξή τους εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις άλλων φορολογιών (πρβλ. ΣτΕ1610/2020 7μ.). Επομένως, οι αναφερόμενες στην πρώτη σκέψη με αρ. *****, *****, *****, ***** και ***** /5.11.2020 ατομικές ειδοποιήσεις χρεών του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Ζακύνθου, ως πληροφοριακά έγγραφα, στερούνται εκτελεστότητας και για το λόγο αυτό, απαραδέκτως, προσβάλλονται με την κρινόμενη προσφυγή – ανακοπή. Κατά τα λοιπά, η κρινόμενη προσφυγή – ανακοπή, ασκηθείσα εν γένει παραδεκτώς, πρέπει να εξεταστεί, περαιτέρω, στην ουσία.

            4. Επειδή, με το άρθρο 12 του ν. 2367/1953 «Περί τίτλων κυριότητος, ταξινομήσεως, αδειών κυκλοφορίας και φορολογίας αυτοκινήτων» (Α΄ 82) ορίσθηκε ότι η κυκλοφορία των αυτοκινήτων οχημάτων εν γένει, τα οποία, με το άρθρο 13 του ίδιου νόμου, διακρίνονται σε ιδιωτικής και δημόσιας χρήσης, κατηγοριοποιούμενα περαιτέρω (τα ιδιωτικής χρήσης σε επιβατικά, φορτηγά, λεωφορεία κ.ά.), υπόκειται στα οριζόμενα με τις διατάξεις των άρθρων 14 και 15 αυτού τέλη κυκλοφορίας. Τα εν λόγω τέλη βεβαιώνονταν από τον οικονομικό έφορο στο πλαίσιο, κατ’ αρχήν, της διαδικασίας ταξινόμησης των οχημάτων και καταβάλλονταν στο δημόσιο ταμείο, ενώ, σε περίπτωση παράλειψης της καταβολής τους, προβλεπόταν ο καταλογισμός τους με πράξη του οικονομικού εφόρου, καθώς και η επιβολή κυρώσεων σε βάρος του υποχρέου (βλ. ειδικότερα άρθρα 13 – 24). Μετά από επανειλημμένες επί μέρους τροποποιήσεις των διατάξεων αυτών [αυξομειώσεις ως προς το ύψος των τελών, καθιέρωση ειδικού σήματος ως «ενδείξεως ολοσχερούς εξοφλήσεώς τους» κ.λπ. – βλ. μεταξύ άλλων, τα άρθρα 17 ν. 1326/1983 (Α΄ 19), 12 – 13 ν. 1870/1989 (Α΄ 250) και 9 ν. 1884/1990 (Α΄ 81)], εκδόθηκε ο ν. 2093/1992 (Α΄ 181), με το άρθρο 36 του οποίου, εκτός από περαιτέρω τροποποιήσεις των ουσιαστικών ρυθμίσεων, μεταβλήθηκε η σχετική διαδικασία είσπραξης και καταργήθηκε η πιο πάνω βεβαίωση (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 922-923/2021). Συγκεκριμένα, με το εν λόγω άρθρο 36, όπως αντικαταστάθηκε από την έναρξη ισχύος του με το άρθρο 5 του ν. 2120/1993 (Α΄ 24) και, στη συνέχεια, η παρ. 3 αυτού αντικαταστάθηκε με το άρθρο 115 παρ. 1 του ν. 2362/1995 (Α΄ 247) και ίσχυε για τα ειδικά σήματα τελών κυκλοφορίας έτους 1996 και επόμενων (βλ. παρ. 2 άρθρου 115 ν. 2362/1995), ορίσθηκε ότι: «1. Με την επιφύλαξη των οριζομένων στις διατάξεις του άρθρου 18 του ν. 2367/1953 (Α΄ 82), τα τέλη κυκλοφορίας στα επιβατικά ιδιωτικής χρήσης αυτοκίνητα, στις επιβατικές δίκυκλες και τρίκυκλες μοτοσυκλέτες ιδιωτικής χρήσης, στα τύπου JEEP αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης, ανεξάρτητα από το χαρακτηρισμό τους ως επιβατικών ή φορτηγών … είναι ετήσια και αδιαίρετα … 3. Τα τέλη κυκλοφορίας, που επιβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων, καταβάλλονται με την προμήθεια ειδικού σήματος, που αποτελεί αποδεικτικό καταβολής, η προμήθεια του οποίου γίνεται με μέριμνα των ιδιοκτητών των ανωτέρω οχημάτων. Με το ειδικό σήμα δύναται να κυκλοφορεί το αυτοκίνητο από την 1η Δεκεμβρίου μέχρι και την 31η Ιανουαρίου του προηγούμενου και επόμενου αντίστοιχα έτους εκείνου για το οποίο εκδίδεται. Η ονομαστική αξία κάθε σήματος είναι ίση με τα τέλη κυκλοφορίας κάθε κλιμακίου. …. Για την εκπρόθεσμη προμήθεια του ειδικού σήματος των πάσης κατηγορίας οχημάτων επιβάλλεται από τη Δ.Ο.Υ. αυτοτελές πρόστιμο ίσο με τα τέλη κυκλοφορίας που αντιστοιχούν στον κυλινδρισμό του κινητήρα του οχήματος, έστω και αν το όχημα απαλλάσσεται από τα τέλη κυκλοφορίας. …». Ακολούθησε ο ν. 2873/2000 (Α΄ 285), με το άρθρο 28 του οποίου ορίσθηκαν τα εξής: «1. … 2. Τα τέλη κυκλοφορίας των επιβατικών ιδιωτικής χρήσης αυτοκινήτων, των επιβατικών δίκυκλων και τρίκυκλων μοτοσικλετών ιδιωτικής χρήσης, … καταβάλλονται με την προμήθεια ειδικού σήματος που αποτελεί ένδειξη καταβολής. … Με το ειδικό σήμα δύναται να κυκλοφορεί το αυτοκίνητο από την 1η Δεκεμβρίου μέχρι και την 31η Ιανουαρίου του προηγούμενου και επόμενου αντίστοιχα έτους εκείνου για το οποίο εκδίδεται. … Σε περίπτωση εκπρόθεσμης προμήθειας του ειδικού σήματος ή παράλειψης προμήθειας ή καταβολής μειωμένων τελών κυκλοφορίας επιβάλλεται από τη Δ.Ο.Υ. πρόστιμο ίσο με τα τέλη κυκλοφορίας που αντιστοιχούν στο όχημα και πάντως όχι κάτω των δέκα χιλιάδων (10.000) δραχμών. … Για τα οχήματα για τα οποία, παρότι υπάρχει υποχρέωση, δεν έγινε προμήθεια ειδικού σήματος τελών κυκλοφορίας ή καταβλήθηκαν μειωμένα τέλη κυκλοφορίας, το οφειλόμενο ποσό τελών κυκλοφορίας, καθώς και το κατά περίπτωση προβλεπόμενο πρόστιμο βεβαιώνονται από την αρμόδια Δ.Ο.Υ.. [Κατ’ άρθρ. 31 παρ. 4 ν. 3697/2008 (Α΄ 194), αρμόδιος στην περίπτωση αυτή είναι «ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. φορολογίας εισοδήματος του κατόχου του οχήματος κατά το χρόνο της βεβαίωσης» των τελών, ο οποίος «για τη βεβαίωση των οφειλόμενων ποσών … συντάσσει χρηματικό κατάλογο σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις». … Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται … ο τρόπος και ο χρόνος βεβαίωσης και καταβολής των οφειλομένων τελών κυκλοφορίας και προστίμων σε περίπτωση μη προμήθειας του ειδικού σήματος ή καταβολής μειωμένων τελών και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής …». Εν συνεχεία, με το άρθρο 20 του ν. 2948/2001 (Α΄ 242) και τις τροποποιήσεις του με τα άρθρα 19 του ν. 2992/2002 (Α΄ 54), 12 του ν. 3052/2002 (Α΄ 221), 57 του ν. 3283/2004 (Α΄ 210), 31 του ν. 3697/2008 (Α΄ 194), 17 του ν. 3888/2010 (Α΄ 175), 25 του ν. 3943/2011 (Α΄ 66) και 35 του ν. 3986/2011 (Α΄ 152) αναπροσαρμόσθηκαν εκ νέου τα τέλη κυκλοφορίας και ενσωματώθηκαν σε αυτά ασφαλιστικές εισφορές και τέλη χαρτοσήμου, καθιερώθηκε δε το ειδικό σήμα για όλες, κατ’ αρχήν, τις κατηγορίες οχημάτων. Ειδικότερα, με την παρ. 5 του άρθρου 20 του ν. 2948/2001 ορίσθηκε ότι οι διατάξεις του άρθρου 28 παρ. 2 του ν. 2873/2000 εφαρμόζονται για όλες τις οριζόμενες στην παρ. 1 του άρθρου 20 του ν. 2948/2001 κατηγορίες οχημάτων ιδιωτικής και δημόσιας χρήσης. Περαιτέρω, με την 1104481/746/Τ.&Ε.Φ./2006 απόφαση Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (Β΄ 1808), όπως τροποποιήθηκε με την 1114972/1280/Τ.&Ε.Φ./2008 όμοια (Β΄ 2572), αμφότερες των οποίων εκδόθηκαν κατ’ επίκληση των άρθρων 36 του ν. 2093/1992, 28 παρ. 2 του ν. 2873/2000 και 20 παρ. 5 του ν. 2948/2001, ορίσθηκαν τα εξής: «1. … 2. Προκειμένου να γίνει η βεβαίωση των κατά την προηγούμενη παράγραφο οφειλομένων ποσών απαιτείται: α) Διαπίστωση μη καταβολής τελών κυκλοφορίας ή καταβολής μειωμένων τελών, με βάση τα υπάρχοντα στο αρχείο της Γ.Γ.Π.Σ. στοιχεία ή από άλλα στοιχεία που διαθέτει η Δ.Ο.Υ. για τα προηγούμενα ημερολογιακά έτη. Η διαπίστωση γίνεται κάθε φορά μετά τη λήξη του ημερολογιακού έτους στο οποίο αναφέρεται η μη καταβολή ή η καταβολή των μειωμένων τελών κυκλοφορίας και δεν συνδέεται με την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας προμήθειας του ειδικού σήματος. β) Έλεγχος από τις Δ.Ο.Υ. της ορθότητας των στοιχείων και διαπίστωση ύπαρξης τυχόν ακινησίας (εκούσιας ή αναγκαστικής) κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις των παρ. 1 έως και 6 του άρθρου 22 του ν. 2367/1953 για το όχημα, που να αποκλείει την οφειλή τελών κυκλοφορίας για το συγκεκριμένο έτος. 3. Οι Δ.Ο.Υ. εφόσον βεβαιώσουν τέλη κυκλοφορίας, οφείλουν να ενημερώνουν το αρχείο του TAXIS για να προκύπτουν με ακρίβεια τα αυτοκίνητα για τα οποία έχουν καταβληθεί τέλη κυκλοφορίας. 4. Βεβαίωση των οφειλόμενων τελών κυκλοφορίας και των κατά περίπτωση προστίμων, σε περίπτωση μη προμήθειας του ειδικού σήματος ή καταβολής μειωμένων τελών κυκλοφορίας, μπορεί να γίνει και με μηχανογραφικό τρόπο μέσω της Γ.Γ.Π.Σ. Οι λεπτομέρειες και οι διαδικασίες της περίπτωσης αυτής θα καθορισθούν με νεότερη απόφαση. 5. Η απόφαση αυτή αφορά τα τέλη κυκλοφορίας: α) έτους 2001 και επομένων για τα επιβατικά ιδιωτικής χρήσης αυτοκίνητα και τις μοτοσικλέτες, τα τύπου Jeep, τα επιβατικά ρυμουλκούμενα – ημιρυμουλκούμενα (τροχόσπιτα) και β) έτους 2002 και επομένων για τα λοιπά οχήματα». Τέλος, με την υποπαράγραφο Ε.7 της παραγράφου Ε του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α΄ 222) ορίσθηκε ότι: «1. Η είσπραξη των τελών κυκλοφορίας αυτοκινήτων οχημάτων γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του ν. 2362/1995 (Α΄ 247) “Περί Δημοσίου Λογιστικού, ελέγχου των δαπανών του Κράτους και άλλες διατάξεις”. Τα τέλη κυκλοφορίας εισπράττονται κατά το χρονικό διάστημα από την 1η Νοεμβρίου έως την 31η Δεκεμβρίου του προηγουμένου έτους εκείνου στο οποίο αφορούν. Εξαιρετικά για το πρώτο έτος εφαρμογής η καταβολή των τελών κυκλοφορίας θα αρχίσει την 15η Νοεμβρίου 2012. Οι κάτοχοι των αυτοκινήτων οχημάτων είναι υπόχρεοι στην καταβολή των τελών κυκλοφορίας, που προβλέπονται από τις οικείες διατάξεις, χωρίς να απαιτείται προηγούμενη ενημέρωση αυτών. … Σε περίπτωση εκπρόθεσμης καταβολής, μη καταβολής ή καταβολής μειωμένων τελών κυκλοφορίας, με υπαιτιότητα του φορολογουμένου, καταβάλλεται αυτοτελές πρόστιμο ίσο με τα τέλη κυκλοφορίας. … Ο τρόπος, η διαδικασία, τα αρμόδια για την είσπραξη όργανα και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια αναφορικά με την καταβολή των τελών κυκλοφορίας και των τυχόν κατά περίπτωση οφειλομένων προστίμων και την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας περίπτωσης, καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. … 2. Για τα ποσά των τελών κυκλοφορίας που δεν έχουν καταβληθεί έως την καταληκτική προθεσμία πληρωμής τους, καθώς και για τα τυχόν οφειλόμενα πρόστιμα, δημιουργούνται χρηματικοί κατάλογοι από την Γ.Γ.Π.Σ. για λογαριασμό των αρμοδίων Δ.Ο.Υ. ή από τις αρμόδιες Δ.Ο.Υ., κατά περίπτωση. Αρμόδιος για τη βεβαίωση των οφειλομένων τελών κυκλοφορίας και προστίμων είναι ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. που, κατά το χρόνο βεβαίωσης αυτών, είναι αρμόδια για τη φορολογία εισοδήματος του κατόχου του οχήματος. Τα οφειλόμενα ποσά τελών κυκλοφορίας του τρέχοντος κάθε φορά έτους, καθώς και τα αντίστοιχα πρόστιμα βεβαιώνονται εφάπαξ. Για την είσπραξη ή τη βεβαίωση των κατά περίπτωση οφειλομένων προστίμων, δεν απαιτείται η έκδοση απόφασης του Προϊσταμένου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ.. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος βεβαίωσης και καταβολής των οφειλομένων τελών κυκλοφορίας και προστίμων και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας περίπτωσης. 3. … 4. Το ποσό των τελών κυκλοφορίας των αυτοκινήτων οχημάτων που καταβάλλεται όπως ορίζεται με τις ισχύουσες περί τελών κυκλοφορίας διατάξεις αποτελεί στο σύνολό του έσοδο του Δημοσίου. 5. …». Εξάλλου, με την περίπτωση 6 της ίδιας ως άνω υποπαραγράφου Ε.7 ορίστηκε ότι οι διατάξεις αυτής αφορούν στα τέλη κυκλοφορίας έτους 2013 και επομένων και ότι για τα τέλη κυκλοφορίας των εν λόγω ετών (2013 και επομένων) καταργούνται, μεταξύ άλλων, οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 36 του ν. 2093/1992, της παρ. 2 του άρθρου 28 του ν. 2873/2000 και της παρ. 5 του άρθρου 20 του ν. 2948/2001, καθώς και κάθε αναφορά διάταξης νόμου στο «ειδικό σήμα τελών κυκλοφορίας», ενώ περαιτέρω τροποποιήσεις ουσιαστικών ρυθμίσεων επήλθαν με την περ. 8 της ίδιας υποπαραγράφου Ε.7 και με το άρθρο 17 του ν. 4346/2015 (Α΄ 52). Με την απόφαση ΠΟΛ 1055/2013 του Υφυπουργού Οικονομικών (Β΄ 881) που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της περ. 2 της προαναφερθείσας υποπαραγράφου Ε.7 της παραγράφου Ε του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, ορίσθηκαν τα ακόλουθα: «1. Καθορίζουμε τη διαδικασία βεβαίωσης και καταβολής των οφειλομένων τελών κυκλοφορίας έτους 2013 κι επομένων ετών, για ιδιωτικής και δημόσιας χρήσης οχήματα, τα οποία δεν έχουν καταβληθεί έως την καταληκτική προθεσμία πληρωμής τους, καθώς και των κατά περίπτωση αναλογούντων προστίμων, ως εξής: Για τα ποσά των τελών κυκλοφορίας που δεν έχουν καταβληθεί έως την καταληκτική προθεσμία πληρωμής τους, καθώς και για τα τυχόν οφειλόμενα πρόστιμα, δημιουργούνται χρηματικοί κατάλογοι από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.) για λογαριασμό των αρμοδίων Δ.Ο.Υ., ή από τις αρμόδιες Δ.Ο.Υ.. Αρμόδιος για τη βεβαίωση των οφειλομένων τελών κυκλοφορίας και προστίμων είναι ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. που, κατά το χρόνο της βεβαίωσης αυτών, είναι αρμόδια για τη φορολογία εισοδήματος του κατόχου του οχήματος. Για την είσπραξη ή τη βεβαίωση των κατά περίπτωση οφειλομένων προστίμων δεν απαιτείται η έκδοση απόφασης του Προϊσταμένου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ.. 2. Προκειμένου να γίνει η βεβαίωση των κατά την παρ. 1 της παρούσης οφειλομένων ποσών απαιτείται: α) Διαπίστωση μη καταβολής τελών κυκλοφορίας ή καταβολής μειωμένων τελών, με βάση τα υπάρχοντα στο αρχείο της Γ.Γ.Π.Σ. στοιχεία. Η διαπίστωση αυτή γίνεται μετά την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας καταβολής των τελών κυκλοφορίας και την ενημέρωση του πληροφοριακού συστήματος της Γ.Γ.Π.Σ. με τις εισπράξεις των αρμοδίων, σύμφωνα με την οικεία Υπουργική απόφαση, φορέων είσπραξης. Η Γ.Γ.Π.Σ. αφού κάνει τους απαραίτητους ελέγχους – διασταυρώσεις δημιουργεί χρηματικούς καταλόγους για λογαριασμό των Δ.Ο.Υ. και τους αποστέλλει αρμοδίως σε αυτές. Για όσες περιπτώσεις δεν προκύπτει με σαφήνεια η ορθότητα των στοιχείων, δημιουργούνται αρχεία από τη Γ.Γ.Π.Σ., τα οποία αποστέλλονται υπό μορφή καταστάσεων στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. προς επεξεργασία και σύνταξη χρηματικών καταλόγων. β) Έλεγχος από τις Δ.Ο.Υ. της ορθότητας των στοιχείων και διαπίστωση τυχόν ύπαρξης ή μη ακινησίας (εκούσιας ή αναγκαστικής), κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις των παρ. 1 έως και 6 του άρθρου 22 του Ν. 2367/1953, ή χορηγηθείσας απαλλαγής, η οποία είναι εν ισχύ, για τα οποία (στοιχεία) όμως δεν έχει ενημερωθεί το πληροφοριακό σύστημα, οπότε δεν οφείλονται τέλη κυκλοφορίας για το συγκεκριμένο έτος. 3. Τα οφειλόμενα ποσά τελών κυκλοφορίας του τρέχοντος κάθε φορά έτους, καθώς και αυτών για τα οποία δεν κατέστη δυνατή η βεβαίωση τους κατά το έτος μέσα στο οποίο οφείλονται και τα αντίστοιχα πρόστιμα, βεβαιώνονται ταμειακά μετά την αποστολή των χρηματικών καταλόγων από τη Γ.Γ.Π.Σ. ή τη σύνταξη των χρηματικών καταλόγων από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. και καταβάλλονται εφάπαξ μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις Δημόσιες Υπηρεσίες ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση της οφειλής».

            5. Επειδή, από τις προεκτεθείσες διατάξεις, οι οποίες ίσχυσαν διαχρονικά για τη διαδικασία βεβαίωσης και καταβολής των οφειλομένων τελών κυκλοφορίας, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 2 και 4 του Κ.Ε.Δ.Ε., όπως ισχύουν, συνάγεται ότι ο καταλογισμός των τελών κυκλοφορίας που δεν έχουν καταβληθεί έως την καταληκτική προθεσμία πληρωμής τους και η επιβολή συναφών προστίμων, διενεργείται, σε κάθε περίπτωση, με τη σύνταξη χρηματικού καταλόγου από τον αρμόδιο οικονομικό έφορο ή Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. έως το έτος 2012 και από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.) για λογαριασμό των αρμόδιων Δ.Ο.Υ. ή από τις αρμόδιες Δ.Ο.Υ., κατά περίπτωση, από το έτος 2013 και εφεξής, χωρίς να προηγείται η έκδοση άλλης έγγραφης ατομικής καταλογιστικής πράξης. Επομένως, η εγγραφή στο σχετικό χρηματικό κατάλογο, η οποία περιλαμβάνει τα προσδιοριστικά στοιχεία του οφειλέτη και της οφειλής (είδος, ποσό, αιτία), συνιστά στην περίπτωση αυτή το νόμιμο τίτλο που απαιτείται, κατά το άρθρο 2 παρ. 2 του Κ.Ε.Δ.Ε., για την είσπραξη της οφειλής. Ακολουθεί δε η καταχώριση των στοιχείων του νόμιμου τίτλου στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. (ταμειακή βεβαίωση με στενή έννοια) και η αποστολή ατομικής ειδοποίησης στον υπόχρεο, με την οποία καλείται αυτός να καταβάλει το οφειλόμενο ποσό (πρβλ. Σ.τ.Ε. 4287/2011 7μ., βλ. Δ.Εφ.Αθ. 4115/2019, 4815/2018, Δ.Εφ.Θεσσ. 2514/2019). Δεδομένου δε ότι η κατά τις ως άνω διατάξεις σύνταξη του οικείου χρηματικού καταλόγου από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. για τη βεβαίωση των οφειλόμενων τελών κυκλοφορίας και η αποστολή αυτού στον αρμόδιο ταμία συνιστά πράξη προσδιορισμού τέλους, η πράξη αυτή υπόκειται σε προσφυγή ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων για πλημμέλειες που αφορούν την ύπαρξη και την έκταση των με αυτήν επιβαλλομένων υποχρεώσεων. Συνεπώς, ενόψει και των δικονομικών ρυθμίσεων των παραπάνω διατάξεων, ερμηνευόμενων σε συνδυασμό με το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος, το οποίο κατοχυρώνει το δικαίωμα παροχής δικαστικής προστασίας, γίνεται δεκτό ότι δεν αρχίζει η προθεσμία για την άσκηση προσφυγής, ούτε επιτρέπεται η ταμειακή βεβαίωση οφειλομένων τελών κυκλοφορίας, εάν προηγουμένως δεν έχει κοινοποιηθεί εγκύρως στον υπόχρεο ο προαναφερθείς χρηματικός κατάλογος του προϊσταμένου της οικείας Δ.Ο.Υ. ή δεν έχει λάβει αυτός πλήρη γνώση αυτού (πρβλ. Σ.τ.Ε. 5/2018, 1242/2017, 986/2016 7μ., 4117, 1386/2015, βλ. Δ.Εφ.Αθ. 4115/2019).

            6. Επειδή, τέλος, όπως κρίθηκε με την 1611/2020 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας σε επταμελή σύνθεση, ούτε στις διατάξεις του ν. 2367/1953 και στις επακολουθήσασες διατάξεις των νόμων 1041/1980 (Α΄ 75), 1326/1983, 1870/1989, 1884/1990, 2093/1992, 2873/2000, 2948/2001, 2992/2002, 3052/2002, 3283/2004, 3697/2008, 3888/2010, 3943/2011 και 3986/2011, ούτε σε εκείνες του ν. 4093/2012, που διέπουν τη διαδικασία βεβαίωσης και καταβολής των οφειλομένων τελών κυκλοφορίας από την καθιέρωση της επιβολής τους έως το έτος 2012 και από το έτος 2013 και εφεξής, αντιστοίχως, ρυθμίζεται ρητώς το ζήτημα της παραγραφής της αξίωσης του Δημοσίου προς επιβολή των τελών κυκλοφορίας. Εξάλλου, δεν μπορούν να εφαρμοσθούν ούτε οι γενικές διατάξεις περί παραγραφής του Αστικού Κώδικα, όπως η διάταξη του άρθρου 249 Α.Κ., η οποία ορίζει μεν ότι «Εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά, οι αξιώσεις παραγράφονται σε είκοσι χρόνια», αφορά ωστόσο αστικές σχέσεις και δικαιώματα και δεν διέπει φορολογικές διαφορές (ΣτΕ 7μ. 432-433/2020, πρβλ. ΣτΕ 7μ. 582/2019ΣτΕ 3014/2010). Άλλωστε η εικοσαετία δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά εύλογη, συνάδουσα προς την αρχή της αναλογικότητας, διάρκεια του κατά κανόνα χρόνου παραγραφής φορολογικών αξιώσεων. Ερμηνευόμενες, ωστόσο, οι ως άνω διατάξεις ενόψει της αρχής της ασφάλειας δικαίου, η οποία απορρέει από την αρχή του κράτους δικαίου, έχουν την έννοια ότι βεβαίωση των τελών κυκλοφορίας σε περίπτωση μη καταβολής ή μειωμένης καταβολής αυτών, καθώς και των τυχόν οφειλομένων προστίμων, δεν μπορεί να χωρήσει μετά την πάροδο πενταετίας από τη λήξη του ημερολογιακού έτους, για το οποίο αυτά οφείλονται (πρβλ. ΣτΕ 2656/2018). Τούτο, δε, ενόψει (α) του ότι, κατ’ αρχήν, εύλογος χρόνος για την άσκηση της εξουσίας του Δημοσίου προς επιβολή φόρων είναι η πενταετία (πρβλ. ΣτΕ1738/2017 Ολ., 2656/2018), (β) η αρμοδιότητα βεβαίωσης των τελών κυκλοφορίας σε περίπτωση μη καταβολής ή μειωμένης καταβολής αυτών, καθώς και των τυχόν οφειλομένων προστίμων, ανατίθεται κατά το νόμο στον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. που, κατά το χρόνο της βεβαίωσης αυτών, είναι αρμόδια για τη φορολογία εισοδήματος του κατόχου του οχήματος, στην οποία ισχύει κατά κανόνα πενταετής παραγραφή (άρθρα 84 παρ. 1 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, ν. 2238/1994, Α΄ 151, και ήδη 36 παρ. 1 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, ν. 4174/2013, Α΄ 170), (γ) η εκ μέρους της φορολογικής αρχής διαπίστωση της οικείας οφειλής χωρεί βάσει δεδομένων που προκύπτουν από στοιχεία που τηρεί η Γ.Γ.Π.Σ. ή η αρμόδια για τη βεβαίωση Δ.Ο.Υ. φορολογίας εισοδήματος [βλ. πέραν των οριζομένων στις διατάξεις των ΠΟΛ 1136/2006 και 1155/2013, ενδεικτικώς, αναφορές σε: ενημέρωση ΚΕΠΥΟ βάσει μηχανογραφικών δελτίων αυτοκινήτων, ΠΟΛ 1246/1995, τέλη κυκλοφορίας που παρακολουθούνται μηχανογραφικά, ΠΟΛ 1264/1995, διαπίστωση καταβολής των τελών κυκλοφορίας μέσω του ΚΕΠΥΟ, ΠΟΛ 1184/2000, επεξεργασία των αρχείων φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων οικονομικού έτους 2008 σε σχέση με τα στοιχεία του αρχείου οχημάτων της Γ.Γ.Π.Σ., ΠΟΛ 1093/2009, καταστάσεις της Γ.Γ.Π.Σ. σε μορφή μαγνητικού αρχείου, ΠΟΛ 1096/2009, πρβλ. επίσης άρθρα 16 και 17 του ν. 2238/1994 (Α΄ 151) και 31 και 32 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167), για προσδιορισμό εισοδήματος με βάση την ετήσια αντικειμενική δαπάνη που συνεπάγεται η κατοχή Ε.Ι.Χ. αυτοκινήτων και την ετήσια δαπάνη για την αγορά αυτοκινήτων]. Ως εκ τούτου, η πενταετής προθεσμία για τη βεβαίωση των τελών κυκλοφορίας παρίσταται επαρκής για την άσκηση της εν λόγω εξουσίας της φορολογικής αρχής, περαιτέρω δε και εύλογη (πρβλ. ΣτΕ 1738/2017 Ολομ., 2934/2017 7μ.).

            7. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας, προκύπτουν τα εξής: Με τις αναφερόμενες στην πρώτη σκέψη της παρούσας απόφασης εγγραφές (με αρ. γραμμών 1 έως 15) στο με αρ. 1102/19.10.2020 χρηματικό κατάλογο της Δ.Ο.Υ. Ζακύνθου επιβλήθηκαν σε βάρος του προσφεύγοντος-ανακόπτοντος τέλη κυκλοφορίας και πρόστιμα, για το με στοιχεία κυκλοφορίας ΒΝ-6049 επιβατηγό ιδιωτικής χρήσης αυτοκίνητο, συνολικού ποσού 14.948,94 ευρώ, για τα οικονομικά έτη 2002 έως 2016. Το ως άνω ποσό βεβαιώθηκε ταμειακώς με τη με αρ. 6013/19.10.2020 (αρ. γρ. χρημ. κατ. 1 έως 15) πράξη του Προϊσταμένου της ίδιας ως άνω Δ.Ο.Υ..

            8. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή – ανακοπή, όπως αναπτύσσεται με τα κατατεθέντα υπομνήματα, ο προσφεύγων – ανακόπτων ζητεί την ακύρωση των προαναφερόμενων εγγραφών στο με αρ. 1102/19.10.2020 χρηματικό κατάλογο της Δ.Ο.Υ. Ζακύνθου και των σχετικών πράξεων ταμειακής βεβαίωσης αυτών. Ειδικότερα ισχυρίζεται ότι το με αριθμό κυκλοφορίας *****   αυτοκίνητό του, με χρονολογία πρώτης άδειας 29.5.1973, λόγω της παλαιότητάς του και των μηχανικών βλαβών είχε τεθεί σε ακινησία και είχε δοθεί προς φύλαξη στο σταθμό αυτοκινήτων με την επωνυμία «***** Α.Ε.» στην Κυψέλη. Ακολούθως μεταφέρθηκε εκτός σταθμού, σε ελεύθερη θέση στάθμευσης και παρελήφθη από την αρμόδια υπηρεσία του Δήμου Αθηναίων, προκειμένου να αποσυρθεί, γεγονός που πραγματοποιήθηκε τον Αύγουστο του έτους 2003. Περαιτέρω, υποστηρίζει ότι η χρηματική απαίτηση του Δημοσίου που αφορά σε απόδοση τελών κυκλοφορίας και προστίμων, έχει υποπέσει σε παραγραφή.    

            9. Επειδή, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην έκτη σκέψη της παρούσας και λαμβάνοντας υπόψη ότι η αξίωση του Δημοσίου προς επιβολή τελών κυκλοφορίας παραγράφεται εντός πενταετίας από τη λήξη του έτους, για το οποίο αυτά οφείλονται (ΣτΕ 1611/2020 7μ.), το Δικαστήριο κρίνει ότι οι ένδικες επιβαρύνσεις για το με αριθμό κυκλοφορίας ***** Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, οικονομικών ετών 2002 έως και 2014, είχαν ήδη, κατά το χρόνο εγγραφής τους, στις 19.10.2020, στο με αρ. ***** /19.10.2020 χρηματικό κατάλογο της Δ.Ο.Υ. Ζακύνθου (εγγραφές με αρ. γραμμ. 1 έως και 13) υποπέσει σε πενταετή παραγραφή. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη προσφυγή κατά το μέρος αυτό, κατά το βάσιμο σχετικό λόγο της και να ακυρωθούν οι ως άνω εγγραφές. Συνακόλουθα, οι προσβαλλόμενες με την ανακοπή πράξεις ταμειακής βεβαίωσης, κατά το μέρος που με αυτές βεβαιώθηκαν εν στενή εννοία σε βάρος του προσφεύγοντος – ανακόπτοντος οι ένδικες επιβαρύνσεις ετών 2002-2014, απώλεσαν το νόμιμο έρεισμά τους (πρβλ. ΣτΕ2845/2017, 22221/2009, 1578/20091485/2008) και πρέπει, συνεπώς, για το λόγο αυτό, που εξετάζεται αυτεπαγγέλτως (ΣτΕ 1485/2008) να ακυρωθούν.

            10. Επειδή, τέλος, όσον αφορά τις ένδικες οφειλές για τα έτη 2015 και 2016, ως προς τις οποίες η αξίωση του Δημοσίου προς επιβολή των τελών κυκλοφορίας δεν είχε υποπέσει σε παραγραφή κατά το χρόνο εγγραφής τους στο με αρ. ***** /19.10.2020 (αρ. γραμμ. 14 και 15) χρηματικό κατάλογο, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη ότι από τα στοιχεία της δικογραφίας δεν προκύπτει ότι οι ως άνω καταλογιστικές πράξεις, ήτοι οι προαναφερόμενοι χρηματικοί κατάλογοι ως προς τις παραπάνω εγγραφές, είχαν κοινοποιηθεί στον προσφεύγοντα – ανακόπτοντα ή ότι ο ίδιος είχε λάβει πλήρη γνώση αυτών πριν τη σύνταξη των με αρ. ***** /19.10.2020 (με αρ. γρ. χρημ. κατ. 14 και 15) πράξεων του Προϊσταμένου της ίδιας Δ.Ο.Υ., με τις οποίες βεβαιώθηκαν ταμειακά σε βάρος του οι ως άνω οφειλές, κρίνει ότι, σύμφωνα και με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη, πρέπει, κατ’ αποδοχή του εμμέσως προβαλλόμενου σχετικού λόγου, να ακυρωθούν και οι λοιπές με αρ. 6013/19.10.2020 (με αρ. γρ. χρημ. κατ. 14 και 15) πράξεις ταμειακής βεβαίωσης, ως νομικώς πλημμελείς.

            11. Επειδή, κατ’ ακολουθίαν, το κρινόμενο ένδικο βοήθημα, κατά το μέρος που αποτελεί προσφυγή, πρέπει να γίνει δεκτό εν μέρει και να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες με αρ. γραμμ. 1 έως και 13 εγγραφές στο με αρ. ***** /19.10.2020 χρηματικό κατάλογο της Δ.Ο.Υ. Ζακύνθου, σε βάρος του προσφεύγοντος-ανακόπτοντος, για τέλη κυκλοφορίας και πρόστιμα ετών 2002-2014. Περαιτέρω, κατά το μέρος που το κρινόμενο ένδικο βοήθημα αποτελεί ανακοπή πρέπει να γίνει εν όλω δεκτό και να ακυρωθούν οι με αρ. ***** /19.10.2020 (με αρ. γραμμ. 1-15) πράξεις ταμειακής βεβαίωσης της ίδιας Δ.Ο.Υ.. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση στον προσφεύγοντα – ανακόπτοντα του συνόλου εκ του καταβληθέντος παραβόλου (άρθρο 277 παρ. 10 εδ. α΄ του Κ.Δ.Δ.) και να συμψηφιστούν τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων λόγω της μερικής νίκης και ήττας αυτών (άρθρο 275 παρ. 1 εδ. γ΄ του ίδιου Κώδικα).

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

 

            Δέχεται εν μέρει την προσφυγή.

            Ακυρώνει τις με αρ. γραμμ. 1 έως και 13 εγγραφές στο με αρ. ***** /19.10.2020 χρηματικό κατάλογο της Δ.Ο.Υ. Ζακύνθου, σε βάρος του προσφεύγοντος-ανακόπτοντος, για τέλη κυκλοφορίας και πρόστιμα ετών 2002, 2003, 2004, 2005, 2006, 2007, 2008, 2009, 2010, 2011, 2012, 2013 και 2014.

            Δέχεται την ανακοπή.

            Ακυρώνει τις με αρ. ***** /19.10.2020 (με αρ. γραμμ. 1 έως και 15) πράξεις ταμειακής βεβαίωσης της ίδιας Δ.Ο.Υ. σε βάρος του προσφεύγοντος-ανακόπτοντος, για τέλη κυκλοφορίας και πρόστιμα ετών 2002, 2003, 2004, 2005, 2006, 2007, 2008, 2009, 2010, 2011, 2012, 2013, 2014, 2015 και 2016.

            Διατάσσει την απόδοση του καταβληθέντος παραβόλου στον προσφεύγοντα – ανακόπτοντα.

            Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.

            Η απόφαση δημοσιεύτηκε στον Πύργο, στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, κατά την έκτακτη δημόσια συνεδρίαση της 19.10.2022.

 

 

                   Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                     Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ